Καρδιοτοκογραφία

Η καρδιοτοκογραφία (NST) αποτελεί εξέταση, που βασίζεται στην σύγχρονη καταγραφή του βασικού εμβρυικού καρδιακού ρυθμού και της δραστηριότητας του μυομητρίου κατά το 3ο τρίμηνο της κυήσεως, με ειδικά όργανα, τους καρδιοτοκογράφους. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να εξάγουμε συμπεράσματα σχετικά με την ενδομήτρια κατάσταση του εμβρύου, αξιολογώντας δεδομένα, που αναφέρονται στην αντίδραση του εμβρύου στην συσταλτικότητα της μήτρας.

Για παράδειγμα μπορούμε να αποφανθούμε για την εμβρυική βραδυκαρδία ή ταχυκαρδία κατά το χρονικό διάστημα πρίν, κατά και μετά από μια συστολή του μυομητρίου. Κατά την εξέταση αυτή, που διαρκεί περίπου 20-30 λεπτά, η έγκυος βρίσκεται σε κατάκλιση και συνδέεται με τις δύο κεφαλές του καρδιοτοκογράφου ως εξής: η μία κεφαλή εφάπτεται στο δέρμα στο άνω επίπεδο της κοιλιάς (στον πυθμένα της μήτρας) για να ανιχνεύει τις συστολές της μήτρας, ενώ η άλλη εφάπτεται στο σημείο καλύτερης ακρόασης των εμβρυικών καρδιακών παλμών. Ετσι συνάγουμε συμπεράσματα για το εάν το έμβρυο «νιώθει άνετα ή όχι» μέσα στη μήτρα.

Non Stress Test

Ενδείξεις για την εφαρμογή της καρδιοτοκογραφίας ηρεμίας (Non Stress Test) αποτελούν:

  1. η υπολειπόμενη ανάπτυξη του εμβρύου,
  2. η προεκλαμψία και η χρόνια υπέρταση,
  3. ο σακχαρώδης διαβήτης,
  4. η ελαττωμένη δραστηριότητα του εμβρύου,
  5. η κύηση που διαρκεί πάνω από 40 εβδομάδες,
  6. το ιστορικό ενδομητρίου θανάτου εμβρύου,
  7. η >35 ετών ηλικία της μητέρας,
  8. η διαπίστωση ελαττωμένων εμβρυικών κινήσεων
  9. η παρουσία άλλων παθολογικών καταστάσεων.

Το ιατρείο διαθέτει το σύγχρονο καρδιοτοκογράφο, ο οποίος είναι ασύρματος, φορητός και έχει τη δυνατότητα καταγραφής καρδιακών παλμών και μητρικών συσπάσεων για 23 συνεχόμενες ώρες σε χώρο εκτός ιατρείου (πχ στο σπίτι). Έτσι δίνεται η δυνατότητα ανίχνευσης πρόωρων συστολών και έναρξη πρόωρου τοκετού ώστε να μπορέσουμε έγκαιρα να τον προλάβουμε με κατάλληλη θεραπεία.